Δεν ήταν δάσκαλος, καθηγητής της Φυσικής τους ήταν, 2α Λυκείου.
Ήταν, όμως, ολοκληρωτικά δοσμένος σ' αυτό που έκανε. Ήξερε τα πάντα για τη Φυσική και τη Χημεία, και τα έλεγε με τρόπο καταπληκτικό.
Αγαπούσε τα παιδιά, και τα μάγευε. Και τους μιλούσε και για πολλά άλλα πράγματα, για τον κόσμο, για τους ανθρώπους, για το Θεό.
Γι' αυτό και τον έλεγαν όλοι δάσκαλο.
Ο μαθητής κοίταξε δειλά το δάσκαλο: κάτι μέσα του τον έτρωγε, ήθελε να τον ρωτήσει για τη ζωή του, για το μέλλον του.
Δάσκαλε, πώς να ζήσω για να μή χαραμίσω τη ζωή μου? ρώτησε διστακτικά...
Όλη η τάξη σίγησε. Κοίταξαν το μαθητή, και μετά οι ματιές τους καρφώθηκαν στο δάσκαλο. 25 νεανικές ματιές γεμάτες προσδοκία, 25 νεανικές ματιές που αναζητούσαν το δρόμο τους.
Ο δάσκαλος χαμήλωσε το κεφάλι με περισυλλογή, σιώπησε για λίγα δευτερόλεπτα, τα χείλη του κάτι ψυθίρισαν σιωπηλά, κάτι σαν "Κύριε Ελέησον", σαν να προετοιμάστηκαν πριν δώσουν απάντηση σε 25 νέα παιδιά που περίμεναν.
Μετά σηκώθηκε επάνω, κοίταξε στα μάτια το μαθητή, τα δικά του μάτια ήταν γεμάτα φως:
Να ζήσεις τη ζωή σου με Πάθος.
Να αφιερώσεις το χρόνο σου σε ό,τι πιστεύεις ότι Αξίζει πραγματικά.
Φτάσε στα άκρα, ξεπέρασε τη φθορά,
πέρα από τη μετριότητα του μέσου όρου.
Μη φοβάσαι το καινούργιο.
Ό,τι κάνεις, κάντο με αγάπη και αφοσίωση,
με πείσμα και επιμονή ανεξάντλητη,
σαρώνοντας τα εμπόδια, ένα-προς ένα.
Φτάνοντας μέχρι το Τέρμα,
σαν ασταμάτητος ανεμοστρόβιλος...